διαπρεπής

διαπρεπής
-ές (AM διαπρεπής, -ές)
διακεκριμένος, ξεχωριστός, έξοχος
αρχ.
το ουδ. ως ουσ. το διαπρεπές
η μεγαλοπρέπεια.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • διαπρεπής — distinguished masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διαπρεπής — ής, ές γεν. ούς, αιτ. ή, πληθ. ουδ. ή, επίρρ. ώς, ο διακεκριμένος σ’ έναν τομέα, ο ονομαστός, ο περίφημος: Ο γιος τους έγινε διαπρεπής χειρούργος …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • διαπρεπῆ — διαπρεπής distinguished neut nom/voc/acc pl (attic epic doric) διαπρεπής distinguished masc/fem/neut nom/voc/acc dual (doric aeolic) διαπρεπής distinguished masc/fem acc sg (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διαπρεπέστερον — διαπρεπής distinguished adverbial comp διαπρεπής distinguished masc acc comp sg διαπρεπής distinguished neut nom/voc/acc comp sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διαπρεπεστάτων — διαπρεπής distinguished fem gen superl pl διαπρεπής distinguished masc/neut gen superl pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διαπρεπεῖ — διαπρεπής distinguished masc/fem/neut nom/voc/acc dual (attic epic) διαπρεπής distinguished masc/fem/neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διαπρεπεῖς — διαπρεπής distinguished masc/fem acc pl διαπρεπής distinguished masc/fem nom/voc pl (attic epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διαπρεπέα — διαπρεπής distinguished neut nom/voc/acc pl (epic ionic) διαπρεπής distinguished masc/fem acc sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διαπρεπές — διαπρεπής distinguished masc/fem voc sg διαπρεπής distinguished neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διαπρεπέστατα — διαπρεπής distinguished adverbial superl διαπρεπής distinguished neut nom/voc/acc superl pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”